Thursday, October 20, 2011

Η συναίνεση ως κατευνασμός


Μόλις προχθές, με τα γεγονότα ήδη έτοιμα από καιρό να μας προσπεράσουν, ο πρωθυπουργός συναντήθηκε με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης και του ζήτησε να μεταβούν μαζί στις Βρυξέλλες για τη σύνοδο κορυφής. Η πρόσκληση αυτή κατέληξε σε φιάσκο. Λίγο μετά, τα γνωστά επικοινωνιακά τσακάλια έσπεύσαν να την παρουσιάσουν σαν αποτυχία του κ. Σαμαρά. Και τα δύο ήταν αναμενόμενα και δεν αξίζουν ιδιαίτερης μνείας.
Αυτό που έχει λίγο μεγαλύτερη σημασία είναι η όλη κουβέντα που γίνεται γύρω από την περιβόητη "συναίνεση" και κυρίως την προσήλωση σε αυτήν τόσο της κυβέρνησης όσο και ενός μεγάλου μέρος των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Τα επιχειρήματα τους είναι λίγο πολύ τα εξής:
1. Οι στιγμές είναι δύσκολες και οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου χρειάζεται να δείξουν ομοψυχία. Η ομοψυχία αυτή θα βρει την αντανάκλασή της και στην κοινωνία που με μεγαλύτερη ψυχραιμία και ανακούφιση θα βιώσει την ιστορική αυτή συμφιλίωση.
2. Οι δανειστές μας και οι αδηφάγες "αγορές" θα κρίνουν τη σύμπλευση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης ως σημάδι πολιτικής ωριμότητας. Συνέπεια αυτής τους της ικανοποίησης θα είναι η αντιμετώπιση της χώρας με ευμενέστερους πολιτικούς και οικονομικούς όρους.
3. Η δημοκρατία μας θα περάσει επιτέλους από το τρωγλοδυτικό στάδιο του παραδοσιακού "ψωροκωσταινικού" διχασμού σε αυτό των μοντέρνων ευρωπαϊκών κοινοβουλευτικών συνεργασιών.

Τρανότερη απόδειξη της σημασίας και του επείγοντος χαρακτήρα της συναίνεσης είναι η επιτακτική επιθυμία των ευρωπαίων εταίρων μας, μια επιθυμία που εσχάτως δεν μπαίνει καν στον κόπο να μεταμφιεστεί ως παράκληση και εμφανίζεται ωμά ως απαίτηση. Η απαίτηση αυτή από μόνη της θα αρκούσε για να βάλει σε σκέψεις τον καθένα -πλην των προαναφερθέντων στελεχών και υποστηρικτών τους προφανώς. Και αυτό για εναν απλούστατο λόγο: Πως είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι η συναίνεση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της χώρας στο πλαίσιο μιας διαπραγμάτευσης με αυτούς ακριβώς που την επιθυμούν διακαώς! Στο πλαίσιο της διαρκούς σκληρής και αμείλικτης -καταπώς μας διαβεβαιώνουν- διαβούλευσης με τους δανειστές μας, η "περιπόθητη" συναίνεση δεν θα λειτουργούσε ευεργετικά αλλά κατευναστικά. Με όλα τα αρνητικά συνεπακόλουθα. Ως εκ τουτου θα πρέπει να είναι σαφές πως τα ανωτέρω επιχειρήματα υπέρ της συναίνεσης είναι διάτρητα. Για τους εξής απλούς λόγους:

1. Η συναίνεση δεν πρόκειται να βρει αντανάκλαση στον κοινωνικό ιστό, για τον απλούστατο λόγο ότι η κοινωνία στο σύνολό της αντιτίθεται στην ασκούμενη πολιτική ανεξαρτήτως από που αυτή εκπορεύεται. Συναίνεση μεταξύ των δύο μεγάλων -ως πρότινως τουλάχιστον- κομμάτων απλώς θα εντείνει το κοινό αίσθημα πως "όλοι τα ίδια είναι" και θα κλονίσει περαιτέρω την πίστη του κόσμου στο πολιτικό σύστημα.
2. Οι δανειστές μας θα βρουν μια άνευ προηγουμένου ευκαιρία να σκληρύνουν την στάση τους σε ό,τι αφορά τις απαιτήσεις τους από την παρούσα κυβέρνηση, η οποία εκτός των άλλων θα απωλέσει ένα ακόμα διαπραγματευτικό χαρτί. Τη στιγμή δηλαδή που δεν θα υπάρχει εναλλακτική πολιτική που να αντιστρατεύεται τις υπο συζήτησιν απαιτήσεις, αυτές θα πρέπει να θεωρούνται ήδη ως ειλημμένες αποφάσεις. Είναι απορίας άξιο πώς κάτι τέτοιο διαφεύγει από τα κυβερνητικά στελέχη που δεν χάνουν ευκαιρία να μας υπενθυμίζουν τις συνθήκες πίεσης κάτω από τις οποίες διεξάγονται οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές μας.
3. Το κατά πόσο τέλος μια τέτοια εξέλιξη θα είναι για την κοινοβουλευτική δημοκρατία μας σημάδι ωρίμανσης ή οπισθοχώρησης είναι προφανές. Η δημοκρατία βασίζεται στην διαφοροποίηση των απόψεων. Το να λέγεται ανοιχτά πως το να συμφωνεί σε θέματα μείζονος σημασίας το 80% των βουλευτών μας είναι πρόοδος της δημοκρατίας  δεν είναι μόνο φαιδρό. Είναι επικίνδυνο. Αρκεί κανείς να δει ποιες πολιτικές συνιστώσες εντός και εκτός του κοινοβουλίου αναμασούν συνεχώς -και όλο και συχνότερα τελευταία- την ιδέα για κυβέρνηση εθνικής ενότητας για να καταλάβει κανείς το διακύβευμα.

Για να τελειώνουμε λοιπόν, η "συναίνεση" δεν είναι ούτε λύση, ούτε σημάδι ωριμότητας, ούτε εφαλτήριο συμφιλίωσης του διχασμένου λαού. Αντιθέτως  θα είναι η ταφόπλακα για την όποια εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα απομένει σε μεγάλη μερίδα της κοινωνίας, θα αποτελέσει επικινδυνη παρέκκλιση για τη δημοκρατία μας και "βούτυρο στο ψωμί" αυτών που διαπραγματεύονται τις συνθήκες δανεισμού της υπερχρεωμένης χώρας μας. 

Είναι να απορεί κανείς με τη σπουδή και θέρμη με την οποίαν τη διαφημίζουν μερικοί. Ή μήπως όχι;